λαχανίας — λαχανίᾱς , λαχάνιος garden fem acc pl λαχανίᾱς , λαχάνιος garden fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαχανιαί — λαχανιά gardenbed fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαχανίαι — λαχανίᾱͅ , λαχάνιος garden fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λαχανίαν — λαχανίᾱν , λαχάνιος garden fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Lachania — Λαχανιά … Deutsch Wikipedia
Lahania — Lachania Λαχανιά DEC … Deutsch Wikipedia
Süd-Rhodos — Stadtgemeinde Süd Rhodos Δήμος Νότιας Ρόδου (Νότια Ρόδος) … Deutsch Wikipedia
λαχάνιος — λαχάνιος, ία, ον (Α) [λάχανον] 1. λαχανηρός* 2. κατάλληλος για καλλιέργεια λαχάνων («γῆ λαχανία», Ιούλ. Καίσ.) 3. φρ. «τὸ τέλος τῆς λαχανίας» ο φόρος για τους λαχανόκηπους … Dictionary of Greek